Μετά την εμφατική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις αμερικάνικες εκλογές, στις παρασκηνιακές, κυβερνητικές συζητήσεις, ασκούνται πιέσεις για μια συνολική στροφή της Νέας Δημοκρατίας προς τα δεξιά. Ένα “rebranding” με στόχο πλέον το συντηρητικό κοινό στην ελληνική κοινωνία που αποτελεί και τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας.
Μια τέτοια τακτική ενέχει τον κίνδυνο για τη ΝΔ να αφήσει ελεύθερο τον χώρο του κέντρου στον οποίο έχει με επιτυχία κυριαρχήσει. Όμως, όπως εκτιμούν αρκετοί στο εσωτερικό, η ελληνική κοινωνία ακολουθεί το ρεύμα της συντηρητικοποίησης και πλέον το πολιτικό σύστημα “βαραίνει” προς τα δεξιά και όχι πλέον όρος το κέντρο.
Έτσι, συζητάμε για ένα συνολικό rebranding της ΝΔ και της Κυβέρνησης που θα μπορούσε να συμβεί με το νέο έτος με ένα συνέδριο και έναν ανασχηματισμό αλλά και φυσικά με την επιλογή του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας. Μια τέτοια στροφή δεν θεωρείται καθόλου απίθανη. Άλλωστε, ήδη στην Βουλή και την ευρωβουλή οι Έλληνες πολίτες έστειλαν τον τελευταίο χρόνο 4 διαφορικά κόμματα απο τα δεξιά της ΝΔ (Βελόπουλος, Σπαρτιάτες, ΝΙΚΗ, Λατινοπούλου).
Είναι, άλλωστε, βέβαιο, πως η νέα τάξη πραγμάτων που φέρνει η εκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ θα μεταβάλλει τις ισορροπίες τόσο στην Ευρώπη όσο και στην χώρα μας. Η εγχώρια πολιτική σκηνή, χωρίς αμφιβολία θα επηρεαστεί αφού ήδη οι φανατικοί οπαδοί του δισεκατομμυριούχου έσπευσαν όχι μόνο να πανηγυρίσουν αλλά και να δηλώσουν δικαιωμένοι για την νίκη του Ρεπουμπλικανού. Ανάμεσα τους, φυσικά, βρίσκονται ο Κυριάκος Βελόπουλος της Ελληνικής Λύσης και η Αφροδίτη Λατινοπούλου της Φωνής Λογικής, με τις πρώτες «φωνές ικανοποίησης» μέσα από την ΝΔ να ξεπηδούν ταυτόχρονα.
Κάποιες από τις εσωτερικές «φωνές ικανοποίησης», μάλιστα, τονίζουν κυρίως στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις, ότι ήρθε η ώρα στο Μέγαρο Μαξίμου να λάβουν υπόψιν, τους λόγους που έκαναν τον Τραμπ να περάσει ξανά το κατώφλι του Λευκού Οίκου και τις πολιτικές που ακολούθησε ώστε οι Αμερικάνοι να τον προτιμήσουν ξανά.
Οι εκτιμήσεις των γαλάζιων βουλευτών και των υπουργών
Παράλληλα, βουλευτές και υπουργοί που δεν θεωρούνται απαραίτητα μέλη της δεξιάς πτέρυγας της ΝΔ, εκτιμούν πως οι αμερικάνικες εκλογές οδηγούν σε ορισμένα συμπεράσματα, τα οποία πρέπει να αναλυθούν από την κυβέρνηση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η καταδίκη της woke ατζέντας. «Οι ψηφοφόροι μας, ακόμα και οι μετριοπαθείς, παραμένουν θυμωμένοι με τον γάμο μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών», τόνιζε σε συζητήσεις με γαλάζιους βουλευτές κορυφαίος υπουργός. Ο ίδιος, μάλιστα, όπως και άλλοι συνάδελφοί του θεωρούν πως υπάρχει κίνδυνος να υποχωρήσει κι άλλο δημοσκοπικά η ΝΔ, αν δεν υπάρξει μία στροφή προς ένα πιο λαϊκό αφήγημα.
Οι πιέσεις που ασκεί η νίκη Τραμπ στην κυβέρνηση
Στελέχη της δεξιάς πτέρυγας της ΝΔ, με καίριες θέσεις στην κυβερνητική παράταξη, όπως ο υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης, ο πρώην υπουργός Νότης Μηταράκης και ο Θάνος Πλεύρης εξέφρασαν δημόσια την ικανοποίηση τους για την εκλογή Τραμπ. Επιχείρησαν, μ’ αυτό τον τρόπο, να προλάβουν τα κόμματα δεξιότερα της ΝΔ και να αποκτήσουν το «πλεονέκτημα» ότι εκείνοι στήριξαν πρώτοι τον νέο Αμερικάνο πρόεδρο.
Η σημαντικότερη, όμως, πίεση που ασκείται στο κυβερνητικό επιτελείο μετά την νίκη του Ντόναλντ Τραμπ είναι οι φιλελεύθερες πολιτικές του Κυριάκου Μητσοτάκη να αποκτήσουν ένα πρόσημο πιο λαϊκό και συντηρητικό, κάτι το οποίο επιδιώκουν σε πολύ μεγάλο βαθμό οι δύο πρώην πρωθυπουργοί, Αντώνης Σαμαράς και Κώστας Καραμανλής.
Την ίδια ώρα, υπάρχουν φωνές έτοιμες να αποκρούσουν τις υποτιθέμενες πιέσεις που ασκεί το αποτέλεσμα των Αμερικάνικων εκλογών στην κυβέρνηση. Μερικά στελέχη θεωρούν πως μέρος των πολιτικών που στηρίζει ο Τραμπ έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την σημερινή ελληνική κοινωνία, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την απαγόρευση των αμβλώσεων. Ωστόσο, οι ίδιοι γνωρίζουν πως ο βασικότερος λόγος της εκλογής Τραμπ είναι τα οικονομικά προβλήματα των Αμερικάνων και η αντίθεση τους με την λεγόμενη «ελίτ».
Οι αναρτήσεις των “γαλάζιων”
Πιο συγκεκριμένα, ο Άδωνις Γεωργιάδης, με μια εμφατική του ανάρτηση, δήλωσε τα εξής:
«Πιστεύω ακράδαντα ότι αυτό που εκτόξευσε τη δημοτικότητα Τραμπ και που εξηγεί τον σαρωτικό χαρακτήρα της νίκης του είναι ένα τεράστιο “Ως εδώ με την παράνοια της woke ατζέντας”. Και με συγχωρείτε, αλλά είμαι κι εγώ ένας από αυτούς που πιστεύω ότι όλο αυτό πλέον παράγινε. Ως εδώ!».
Από την πλευρά του ο Θάνος Πλεύρης εξέδωσε συγχαρητήριο μήνυμα προς τον Ρεπουμπλικανό Πρόεδρο, λέγοντας πως «οι πολίτες στις ΗΠΑ ψήφισαν μεταξύ άλλων με γνώμονα την οικονομία και κατά της λαθρομετανάστευσης αλλά και της woke ατζέντας», σημειώνοντας πως πρόκειται για «ένα σημαντικό μήνυμα προς την ΕΕ».
Επίσης, ο Μάκης Βορίδης απέδωσε την νίκη του Τραμπ στην οικονομία, έδωσε έμφαση στη συνέχιση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, ενώ σχολίασε πως «ό,τι είναι δεξιό είναι καλό».
Έπειτα, ο πρώην Υπουργός Νότης Μηταράκης υπογράμμισε πως «σίγουρα είναι μια αντίδραση στην επιθετική woke culture και στην παράνομη μετανάστευση», ενώ ο Μίλτος Χρυσομάλλης δήλωσε πως θα πρέπει «να “ζυμωνόμαστε” πιο πολύ με τις κοινωνίες και τα θέλω τους».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, πάντως σε ερώτηση που δέχθηκε στο συνέδριο συντακτών σχετικά με τις παραπάνω τοποθετήσεις θέλησε να κατευνάσει τα πνεύματα. Πιο συγκεκριμένα, απάντησε:
«Δυστυχώς έχουμε πάει από το ένα άκρο της στοχοποίησης ανθρώπων, του αποκλεισμού ανθρώπων, είτε γιατί έχουν ένα συγκεκριμένο σεξουαλικό προσανατολισμό, κάτι στο οποίο είμαστε απέναντι και θα συνεχίσουμε να είμαστε απέναντι. Δυστυχώς, η παγκόσμια κοινότητα πολλές φορές βρέθηκε στο άλλο άκρο, το οποίο θύμωσε ένα μέρος του κόσμου, και δεν αναφέρομαι τόσο στη Ελλάδα, αναφέρομαι γενικά. Σίγουρα λοιπόν είναι μια παράμετρος, δεν είναι η παράμετρος, πιστεύω και είναι κάτι στο οποίο δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια μας. Αλλά η πολιτική μας σίγουρα δεν υιοθετεί αυτή τη λογική, ούτε πρόκειται να υιοθετήσει αυτή τη λογική που εκνεύρισε τους πολίτες. Για μας κάθε πολίτης έχει ακριβώς τα ίδια δικαιώματα, είμαστε απέναντι στη στοχοποίηση ενός πολίτη, είμαστε απέναντι στον διαχωρισμό των πολιτών, αλλά δεν πρόκειται να φτάσουμε στο άλλο άκρο της υπερβολής, η οποία κυριάρχησε δυστυχώς, σε πάρα πολλές περιπτώσεις στο δημόσιο διάλογο και είναι κάτι που θέλω να καταστεί σαφές»