Εδώ και αρκετές εβδομάδες επισημαίνεται στις αναλύσεις του inpolitics.gr πώς το ελληνικό πολιτικό σύστημα εδώ και μήνες βρίσκεται σε μια αργή μετάβαση προκειμένου να αντανακλά τις κοινωνικές ανάγκες, ανησυχίες και μεταστροφές.
Επιχειρώ να θυμηθώ ποια ήταν η τελευταία φορά που η θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην Ελλάδα άλλαξε σκυτάλη στο μέσο του εκλογικού κύκλου. Ενδεχομένως να πρέπει να μεταβούμε στο μακρινό 1950 και τον τότε κατακερματισμό του κέντρου χώρου που έδωσε 6 διαφορετικές κυβερνήσεις του “κέντρου” μέσα σε 2 χρόνια.
Σήμερα, βρισκόμαστε σε έναν κατακερματισμό του κέντρου και του κεντροαριστερού χώρου. Το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Αριστερά είναι τρεις κεντρικοί εκπρόσωποι αυτή τη στιγμή. Το “κόμμα Κασσελάκη” που έρχεται είναι μεγάλο ερωτηματικό σε ποιον χώρο θα κινηθεί πολιτικά με τον Κασσελάκη να μιλάει ανοιχτά για “άνοιγμα στη δεξιά”. Συνεπώς δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί να μπει στην συζήτηση. Η “Πλεύση” της Ζωής Κωνσταντοπούλου επίσης είναι δύσκολο να εκτιμήσει κανείς ποιας κατεύθυνσης ψηφοφόρους προσελκύει, παρά το αριστερό της ” background”. Τέλος, οριακά σε μια συζήτηση για την κεντροαριστερά μπορεί να είναι και το κόμμα Γιάννη Βαρουφάκη. Όχι τόσο για ιδεολογικούς λόγους που αφορούν τους ψηφοφόρους, όσο του στιγματισμού στον χώρο του Γιάννη Βαρουφάκη.
Πως φτάσαμε στον κατακερματισμό
Ο κατακερματισμός της κεντροαριστεράς έχει σημείο εκκίνησης το 2010 όταν το 44% του Γιώργου Παπανδρέου με το ΠΑΣΟΚ είχε ενώσει έστω και προσωρινά ευρεία κομμάτια της κεντροαριστεράς χωρίς όμως τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα τότε που είχε 4,6% και τους οικολόγους πράσινους στο 2,53%.
Έκτοτε μια μεγάλη κρίση έπληξε τους θεσμούς, την κοινωνία και φυσικά το πολιτικό σύστημα. Το ΠΑΣΟΚ ρευστοποιήθηκε χάνοντας το 40% της δύναμης του σε 10 χρόνια και τα υπόλοιπα είναι γνωστά. Αυτός ήταν ένας εκλογικός κύκλος που έκλεισε το 2019.
Η ελληνική κοινωνία από τότε άλλαξε. Η οικονομική δυσχέρεια στα ελληνικά νοικοκυριών της κρίσης ξεπεράστηκε, η ανεργία μειώθηκε, η πολιτική πόλωση αμβλύνθηκε, το πολιτικό ενδιαφέρον έπεσε, νεα κινήματα με μετά-υλιστικά αιτήματα εμφανίστηκαν, ένα νέο εκλογικό σώμα με την ψήφο των νέων ενσωματώθηκε και πολλές αλλαγές.
Η πανδημία και η ευρεία “συναίνεση”
Ένα crush test στους θεσμούς με την πανδημία του Covid δοκίμασε τις αντοχές της ελληνικής κοινωνίας η οποία εμποτίστηκε με την ιδέα της συναίνεσης η οποία ωστόσο διατηρήθηκε και μετά την πανδημία. Οι πολίτες εκπαιδεύτηκαν να ακούν στις 6 τον Τσιόδρα, τον Κικίλια και τον Χαρδαλιά και όσα έλεγαν αυτοί σε εμάς τους κλειδωμένους στα σπίτια μας ήταν η απόλυτη επιστημονική αυθεντία που έπρεπε κατά γράμμα να ακολουθηθεί. Όπως και έγινε από το συντριπτικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας.
Το πρόβλημα είναι πως μετά την πανδημία η ελληνική κοινωνία και πάλι αναζητούσε στις 6 κάποιον να της πει τι θα γίνει με τις συντάξεις, με το εκπαιδευτικό, τα εθνικά θέματα κ.ο.κ. Η αυθεντία των λεγομένων της κυβέρνησης είχε αυξηθεί κατακόρυφα λόγω της περιόδου του Covid και για ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, οι άνθρωποι αυτοί που μας μετέφεραν τον επιστημονικό λόγο στην πανδημία, σήμερα με αυθεντία μας λένε ότι φταίει ο πόλεμος στην Ουκρανία για την άνοδο των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων και πολλά άλλα.
Η συναίνεση αυτή οδήγησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη να επενδύσει σε αυτή ανοίγοντας το κόμμα προς τον κεντρώο εκσυγχρονιστικό χώρο. Η κατάληψη του χώρου αυτού, έφραξε την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ που εγκλωβίστηκαν στην αριστερά. Το ΠΑΣΟΚ δεν είχε μηχανισμό να προσελκύσει κόσμο από αριστερά, ενώ οι εκσυγχρονιστές ψηφοφόροι λόγω της “συναίνεσης” προς τον τεχνοκράτη Μητσοτάκη δεν το κουνούσαν πλεον από τη ΝΔ. Ο ΣΥΡΙΖΑ από την άλλη, με την κυβερνητική του θητεία είχε εξαλείψει κάθε πιθανότητα συνεργασίας ή προσέλκυσης ανθρώπων πιο αριστερά από εκείνον. Το 41% ήταν αυτή η εικόνα, με ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ να παίζουν στο 16% και το 12%.
Το σημερινό και το αυριανό πολιτικό σύστημα
Και φτάνουμε στη σημερινή εικόνα. Το “φαινόμενο Κασσελάκη” διέσπασε τον ΣΥΡΙΖΑ σε τρία κομμάτια μέσα σε έναν χρόνο και έκανε το κόμμα του κάποτε 36% σε ένα κόμμα του 7%.
Το σύστημα από το 2021 είναι σε μετάβαση. Η ΝΔ παίρνει αυτή την περίοδο μια κρίσιμη απόφαση για το που θα κινηθεί καθώς όσο επιμένει στο κέντρο, χάνει παραδοσιακό της κόσμο από τα δεξιά. Μέχρι την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας θεωρώ πως θα έχει επιλέξει κατεύθυνση. Η νίκη Τραμπ ίσως να λειτούργησε επιδραστικά.
Ένα “rebranding” της ΝΔ στα δεξιά θα αφήσει ζωτικό χώρο για το ΠΑΣΟΚ πρωτίστως και για τον ΣΥΡΙΖΑ δευτερεύοντος. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ με νέο αρχηγό, σοβαρευτεί και παράξει έργο θα κρατήσει έναν σημαντικό πυρήνα των ψηφοφόρων του και θα μπει στο παιχνίδι να τραβήξει και απο το κέντρο και από αριστερά. Το κόμμα Κασσελάκη όσο είναι σήμερα, θα είναι και σε ένα χρόνο αν δεν γίνει κάτι δραματικό.
Οι 3+1 πόλοι και το μειονέκτημα της κεντροαριστεράς
Το πολιτικό σύστημα οδηγείται στην κυριαρχία τριών πόλων πλέον. Ενός ακροδεξιού που θα είναι πάνω από 15% και θα αυξάνεται όσο βαθαίνουν οι ανισότητες. Ενός κεντροδεξιού πόλου με άλλοτε εκσυγχρονιστικά και άλλοτε συντηρητικά χαρακτηριστικά και ενός Φιλελεύθερου Προοδευτικού και Εκσυγχρονιστικού πόλου. Τα μικρότερα κόμματα θα είναι κρίσιμα για συγκυβερνήσεις καθώς δύσκολα τα επόμενα χρόνια κάποιος από τους τρεις πλέον πόλους θα έχει πάνω από 35% μόνος του. Η ύπαρξη της κομμουνιστικής αριστεράς στην Ελλάδα θα ελκύει σημαντικό πολιτικό δυναμικό προς τα αριστερά σε έναν μικρό πολο του 10% ο οποίος δεν θα είναι διαλλακτικός με τον προοδευτικό πόλο. Και αυτό είναι το μειονέκτημα του πόλου αυτού.
Ενώ στα επόμενα χρόνια ο συντηρητικός πόλος θα βρίσκει πρόσφορο έδαφος στην άκρα δεξιά, ο κεντροαριστερός θα δυσκολευτεί να βρει κυβερνητικά ερείσματα στα αριστερά λόγω της αδιαλλαξίας και της ισχύος της κινηματικής αριστεράς.
Η μετάβαση λοιπόν από ένα διπολικό σε ένα τριπολικό σύστημα είναι δύσκολη και αργή. Οι διασπάσεις της κεντροαριστεράς αφορούν αυτή τη δυναμική ενώ οι γκρίνιες στη ΝΔ αποτυπώνουν την διάσταση της κατεύθυνσης την οποία εξηγήσαμε παραπάνω.
Το σίγουρο είναι πως οι επόμενες εκλογές δεν μπορεί να αργήσουν. Τα κόμματα θα μπουν σε έναν αγώνα δρόμου ρεαλιστικών παραδοχών και μεταβολών ώστε να είναι έτοιμα για τις νέες εκλογές που θα αποτυπώσουν την ακριβή εικόνα της πολιτικής σύστασης της ελληνικής κοινωνίας.