Στο απόλυτο εκλογικό θρίλερ έχει εξελιχθεί η μάχη μεταξύ της Κάμαλα Χάρις και του Ντόναλντ Τραμπ μόλις τρία 24ωρα πριν την κρίσιμη ψηφοφορία για την ανάδειξη προέδρου στις ΗΠΑ.
Οι δημοσκόποι είναι από τις λίγες φορές που πραγματικά δεν μπορούν να προβλέψουν με απόλυτη σιγουριά ποιος θα είναι ο επόμενος Αμερικάνος πρόεδρος με σχεδόν όλα τα γκάλοπ να δίνουν προβάδισμα στον έναν ή τον άλλο υποψήφιο στα όρια του στατιστικού λάθους.
Στο τέλος της εβδομάδας, ο 10ήμερος ανιχνευτής του μέσου όρου των δημοσκοπήσεων του Guardian έδειξε μια μικρή μεταβολή σε σχέση με επτά ημέρες νωρίτερα, αναφορικά με την «αφοσίωση» των ψηφοφόρων στον υποψήφιο που επέλεξαν.
Η Κάμαλα Χάρις έχει προβάδισμα μόλις μίας μονάδας, 48% έναντι 47%, έναντι του Ντόναλντ Τραμπ, σχεδόν ίδια διαφορά με αυτή της προηγούμενης εβδομάδας. Αυτό το πλεονέκτημα βρίσκεται στα όρια του στατιστικού λάθους.
Η εικόνα στις κρίσιμες πολιτείες
Απόλυτο ντέρμπι μεταξύ των δύο υποψηφίων επικρατεί και στις κρίσιμες πολιτείες. Οι δύο υποψήφιοι έρχονται ίσοι με ποσοστό 48% στην Πενσυλβάνια, η οποία συχνά θεωρείται η πιο σημαντική πολιτεία, καθώς έχει τους περισσότερους εκλέκτορες (19).
Η Χάρις έχει προβάδισμα μόλις μίας μονάδας σε Μίσιγκαν και Ουισκόνσιν, ενώ ο Τραμπ προηγείται, κατά 1%, στη Βόρεια Καρολίνα και κατά 2% στη Τζόρτζια και την Αριζόνα. Στη Νεβάδα, ο Ρεπομπλικάνος υποψήφιος προηγείται στις δημοσκοπήσεις με ποσοστό μικρότερο από μία μονάδα.
Το Politico παρατηρεί ότι έχουν ήδη ψηφίσει περισσότεροι από 66.000.000 πολίτες, ενώ τονίζει ότι είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς το αποτελέσμα της πρόωρης ψηφοφορίας.
Ωστόσο, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, περίπου το 58% των πρόωρων ψηφοφόρων στην Πενσυλβάνια, ηλικίας 65 ετών και άνω, ήταν εγγεγραμμένοι Δημοκρατικοί, σε σύγκριση με το 35% της ίδιας ομάδας, που ήταν εγγεγραμμένοι Ρεπουμπλικάνοι. Περίπου το 53% ψήφισε τον Τραμπ στην Πενσυλβάνια το 2020, μολονότι έχασε την πολιτεία από τον Τζο Μπάιντεν.
Ο Τραμπ ενθάρρυνε τους υποστηρικτές του να ψηφίσουν νωρίς, αντίθετα από την τακτική που ακολούθησε πριν τέσσερα χρόνια. Οι Δημοκρατικοί φαίνεται να προσέρχονται σε μεγαλύτερους αριθμούς, κάτι που μπορεί να είναι θετική ένδειξη γι’ αυτούς σε μια πολιτεία-δείκτη, όπου οι σχολιαστές έχουν προβλέψει ότι η προσέλευση είναι το κλειδί για το αποτέλεσμα.
Οι αναλυτές των Δημοκρατικών υποστηρίζουν ότι έχουν προβάδισμα 10%-20% στην προσέλευση των παλαιότερων ψηφοφόρων σε Πενσυλβάνια, Μίσιγκαν και Ουισκόνσιν.
Οι πιθανότητες νίκης του κάθε υποψηφίου
Ο προσομοιωτής του ιστότοπου ανάλυσης δημοσκοπήσεων FiveThirtyEight -βασισμένος σε μια συλλογή εθνικών και πολιτειακών δεδομένων- προέβλεψε την Παρασκευή ότι ο Τραμπ θα κερδίσει 53 φορές στις 100 έναντι 47 για τη Χάρις, δηλαδή, εύρημα παρόμοιο με την περασμένη εβδομάδα.
Στον αντίποδα, δημοσκοπήσεις στην Πενσυλβάνια οδήγησαν σήμερα, την Καμάλα Χάρις να αυξήσει κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες τις πιθανότητές της να είναι η επόμενη πρόεδρος, σύμφωνα με το μοντέλο του Economist. Η υποψήφια των Δημοκρατικών κερδίζει 52 φορές στις 100, ενώ ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος 48 στις 100.

Από τους οκτώ δημοσκόπους που δημοσίευσαν έρευνες για την Πενσυλβάνια, το μέσο αποτέλεσμα ήταν προβάδισμα μόλις μίας μονάδας για την Χάρις, σε σύγκριση με προβάδισμα μίας μονάδας για τον Ντόναλντ Τραμπ στις χθεσινές προβλέψεις. Οι πιθανότητές της υποψήφιας των Δημοκρατικών να κερδίσει την πολιτεία αυξήθηκαν από 45 σε 50 στις 100.
Παράλληλα, μια δημοσκόπηση της Marist την Παρασκευή έδειχνε ότι η Χάρις προηγείται του Τραμπ κατά 3% στο Μίσιγκαν και το Ουισκόνσιν και κατά 2% στην Πενσυλβάνια. Η νίκη και στις τρεις πολιτείες αποτελεί «κλειδί» για την Χάρις στον δρόμο προς τις 270 ψήφους του εκλεκτορικού σώματος που απαιτούνται για να κερδίσει τον Λευκό Οίκο. Αλλά τα αποτελέσματα παραμένουν ακόμη εντός των περιθωρίων στατιστικού σφάλματος.
Τι φοβούνται οι δημοσκόποι
Η αβεβαιότητα που επικρατεί προκαλεί μεγάλο εκνευρισμό και στους ίδιους τους δημοσκόπους, οι οποίοι φοβούνται ότι θα αποδειχθούν λάθος για τρίτη συνεχόμενη φορά, μετά τις εκλογικές αναμετρήσεις το 2016 και το 2020.
Στην ιστοσελίδα του NBC, ο Τζος Κλίντον, καθηγητής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Βάντερμπιλτ, και ο Τζον Λαπίνσκι, διευθυντής εκλογών του δικτύου, διερωτώνται αν η «ισόπαλη» κούρσα δεν αντικατοπτρίζει τι πιστεύουν οι ψηφοφόροι, αλλά τον φόβο τους να πάρουν ρίσκα. Παρατηρούν, μάλιστα, ότι ορισμένοι δημοσκόποι είναι επιφυλακτικοί σε ευρήματα που υποδεικνύουν ασυνήθιστα μεγάλο προβάδισμα για τον έναν ή τον άλλο υποψήφιο.
Από τις τελευταίες 321 δημοσκοπήσεις, οι 124 έδειξαν προβάδισμα μίας μονάδας ή και μικρότερο για τον Τραμπ ή τη Χάρις. Στην Πενσυλβάνια, μάλιστα, 20 από τις 59 δημοσκοπήσεις να δείχνουν ακριβή ισοπαλία, ενώ άλλες 26 έδειξαν περιθώρια μικρότερα του 1%.