Ομιλία πραγματοποιεί ο πρώην Πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, στο πλαίσιο της εκδήλωσης του Ινστιτούτου Αλέξη Τσίπρα, με τίτλο «Κράτος Δικαίου, Δικαιοσύνη και Δημοκρατία».
Η εν λόγω ημερίδα βρίσκεται υπό διοργάνωση εδώ και καιρό, ωστόσο έτυχε να συμπίψει με την αναζωπύρωση της υπόθεσης των Τεμπών, ενώ στην επικαιρότητα επανέρχεται και το ναυάγιο της Πύλου με αφορμή το πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη.
Έτσι ακριβώς ξεκίνησε την ομιλία του ο Αλέξης Τσίπρας. Με ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Βαγγέλη Βλάχο, αδελφό του αδικοχαμένου Βάιου στα Τέμπη και την Ελένη Κωστοπούλου, μητέρα του αδικοχαμένου Ζακ, «που μας έκαναν τη τιμή να συμμετέχουν στην εκδήλωσή μας», όπως είπε.
«Δεν είχαμε προβλέψει αυτό το απίστευτο ξέσπασμα των πολιτών απέναντι στη πνιγηρή ατμόσφαιρα της συγκάλυψης. Ένα ξέσπασμα δημοκρατίας, που κάνει τη συζήτησή μας ακόμη πιο επίκαιρη αλλά και την ανάγκη να δώσουμε απαντήσεις στο αίτημα των πολιτών για οξυγόνο στη δικαιοσύνη και τη δημοκρατία, ακόμη πιο επιτακτική» σημείωσε ο Αλέξης Τσίπρας εξηγώντας ότι η ημερίδα ετοιμαζόταν εδώ και καιρό χωρίς να έχουν προβλέψει τι θα ακολουθούσε.
«Στις μέρες μας, η δημοκρατία συνήθως δεν καταλύεται με πραξικοπήματα, με το στρατό και τη λογοκρισία. Υπονομεύεται, όμως, με νέους τρόπους, σε ένα νέο πιο σύνθετο περιβάλλον πολλαπλών κρίσεων, πολεμικών συγκρούσεων και ανταγωνισμών», τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας.
«Οι αυταρχικές κυβερνήσεις, οι αυταρχικές πρακτικές κερδίζουν έδαφος παντού. Στην Ευρώπη, στην Ασία, στην Αμερική.
«Ολοένα και περισσότεροι πολίτες θεωρούν ότι ο εθνικισμός και οι αυταρχικοί ηγέτες μπορούν να δώσουν απαντήσεις στη γενικευμένη ανασφάλεια των πολέμων, της εγκληματικότητας, των συγκρούσεων.Και είδαμε πώς οι συνθήκες των αλλεπάλληλων κρίσεων και της μετάβασης σε έναν πολυπολικό κόσμο, αποτελούν ήδη για κάποιους ευκαιρία, για ακόμη μεγαλύτερη περιστολή δικαιωμάτων και διεύρυνση ανισοτήτων.
Είδαμε πώς ορισμένες κυβερνήσεις σε φιλελεύθερες δημοκρατίες, εκμεταλλεύτηκαν τις έκτακτες συνθήκες της πανδημικής κρίσης, προκειμένου να περιορίσουν τα δημοκρατικά δικαιώματα, το κράτος δικαίου και τους θεσμικούς ελέγχους.
Βλέπουμε πώς οι πρόσφυγες και οι μετανάστες στοχοποιούνται όλο και περισσότερο από μια ακροδεξιά ρητορική, που γίνεται όμως, ολοένα και πιο κυρίαρχη στο δημόσιο λόγο.Πώς αυξάνονται οι καταγγελίες παράνομων πρακτικών για απώθησή τους ή για περιστολή των δικαιωμάτων τους. Και ταυτόχρονα βλέπουμε με την επανεκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ, πόσο αμφισβητείται πλέον η χρησιμότητα του Διεθνούς δικαίου, ως κανονιστικού πλαισίου επίλυσης διεθνών διαφορών. Και πώς τη θέση του παίρνει ένας και μόνο κανόνας: Το δίκιο του ισχυρού.
Συνεχίζοντας, ο πρώην Πρωθυπουργός και πρώην Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ υπογράμμισε πως:
«Πoλύ φοβάμαι ότι βρισκόμαστε στο κατώφλι μιας πολύ σκοτεινής εποχής .Και έχει σημασία αυτή τη δυστοπική πραγματικότητα να μην την αγνοήσουμε. Να μας προβληματίσει και να μας διεγείρει. Γιατί αν αποδεχθούμε το δίκαιο του ισχυρού στις διεθνείς σχέσεις, θα το αποδεχτούμε και στις χώρες μας, στις κοινωνίες μας, στη ζωή μας».
«Θα αποδεχθούμε η δημοκρατία και η δικαιοσύνη να καταληφθούν από ολιγάρχες και μεγάλα συμφέροντα.
Θα αποδεχθούμε οι κυβερνήσεις να ελέγχουν την ενημέρωση, τη δικαιοσύνη, τις ζωές μας. Και αυτός είναι ένας επιπρόσθετος λόγος να αγωνιούμε, να αγωνιούμε τόσο για το διεθνές δίκαιο, όσο και για το κράτος δικαίου σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο», επεσήμανε σε άλλο σημείο της ομιλίας του.
Όπως φρόντισε να υποδείξει ο κ. Τσίπρας: «Η συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας δεν εμπιστεύεται τους βασικούς θεσμούς της δημοκρατίας. Την κυβέρνηση, τα κόμματα, το κοινοβούλιο» και πρόσθεσε πως «και θεωρεί ότι η ελληνική δικαιοσύνη είναι πολιτικά και οικονομικά ελεγχόμενη. Η δε κρίση εμπιστοσύνης στη δικαιοσύνη πιάνει ιστορικό ρεκόρ και ανεβαίνει δέκα ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε τρία χρόνια, προφανώς εξαιτίας των χειρισμών κυβέρνησης και δικαστικής ηγεσίας, στις κρίσιμες υποθέσεις των υποκλοπών και των Τεμπών».
«Για τις οποίες το 72% και το 74% αντιστοίχως, θεωρούν ότι υπάρχει σαφής απόπειρα συγκάλυψης από τη πλευρά της κυβέρνησης. Γιατί η κατοχή της πληροφορίας στις μέρες μας είναι κατοχή εξουσίας. Η κυβέρνηση επέλεξε να ασκεί ασφυκτικό έλεγχο στα ΜΜΕ με διάφορους τρόπους, από τους οποίους ο εντιμότερος ήταν η κατά το δοκούν χρηματοδότησή τους με κρατικό χρήμα. Γιατί ο έλεγχος της ενημέρωσης στις μέρες μας σημαίνει ανεξέλεγκη εξουσία.
Η κυβέρνηση επέλεξε, επίσης, τη τακτική της συγκάλυψης σε όλες τις κρίσιμες υποθέσεις, όπου συνελήφθη ψευδόμενη. Από την υπόθεση των υποκλοπών ως την υπόθεση της Πύλου και των Τεμπών» ανέφερε ο πρώην Πρωθυπουργός.
«Γιατί; Γιατί ήταν η μοναδική στη μεταπολίτευση που γνώρισε τέτοια πρωτόγνωρη ανοχή από τα ΜΜΕ, την οικονομική ελίτ, τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης. Και εσχάτως, η μοναδική που δεν αισθάνεται την ύπαρξη ισχυρής αντιπολίτευσης».
Αναφορικά με την αποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος της Ευρωζώνης, ο Αλέξης Τσίπρας ανέφερε:
«Αρχικά αξιοποίησαν την πανδημία, για να υποβαθμίσουν το ρόλο του κοινοβουλίου. Πάρτι δισεκατομμυρίων με απευθείας αναθέσεις και κλειστούς διαγωνισμούς, καθώς το όριο των αναθέσεων αυξήθηκε. Το αποδεικνύει η έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, για τη διετία 21-22, όπου ο συνολικός προϋπολογισμός των συμβάσεων δια απευθείας ανάθεσης άγγιξε τα 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ, λίγο περισσότερο δηλαδή από το 2% του ΑΕΠ».
Ο Αλέξης Τσίπρας εκανε λόγο για «πλήρη αδιαφάνεια αργότερα και με το Ταμείο Ανάκαμψης, καθώς αρνήθηκαν τη σύσταση κοινοβουλευτικής επιτροπής για τη παρακολούθηση της διαχείρισης των πόρων του. Και φυσικά, ασφυκτικός έλεγχος στην ενημέρωση. Παρακολουθήσεις δημοσιογράφων, καταχρηστικές αγωγές SLAPP, καταγγελίες δημοσιογράφων για συστηματική λογοκρισία, αλλά και αυτολογοκρισία. Όλα αυτά, μαζί με την ανεξιχνίαστη ακόμη δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ, οδήγησαν τη χώρα μας στις χαμηλότερες θέσεις της Ευρώπης στην αξιολόγηση της ελευθερίας του τύπου, σύμφωνα με την έκθεση των Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα».
Σε συνέχεια της ομιλίας του ο Αλέξης Τσίπρας επισήμανε πως «αυτό το πρωτοφανές σε έκταση, σκάνδαλο παράνομων παρακολουθήσεων, είχε δυστυχώς ως επίκεντρο το γραφείο του ίδιου του Πρωθυπουργού και έφερε για πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση στα όριά της τη θεσμική υπόσταση της Γ’ ελληνικής Δημοκρατίας».
«Δεν είναι κάτι σύνηθες, ούτε και ανεκτό για μια φιλελεύθερη ευρωπαϊκή δημοκρατία. Έτσι η χώρα μας καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για παραβιάσεις στο Κράτος Δικαίου. Το χειρότερο όμως είναι ότι στην Ελλάδα “δεν άνοιξε μύτη”. Όλα συνεχίζονται κανονικά. Και δυόμισι χρόνια μετά, όχι μόνο δεν ασκήθηκε καμία ποινική δίωξη σε κυβερνητικά στελέχη, αλλά η ηγεσία του Αρείου Πάγου επιμένει να προκαλεί την κοινή λογική» είπε κατά την ομιλία του ο πρώην Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.
Για τις υποκλοπές:
«Όσα μας εξιστόρησε σήμερα ο κ. Κουκάκης, είναι χαρακτηριστικά. Και φανερώνουν ότι το απόστημα δεν αφορά τη δικαιοσύνη συνολικά. Υπάρχουν δικαστές που σέβονται το λειτούργημά τους και προσπαθούν για το καλύτερο. Το απόστημα αφορά δυστυχώς ένα τμήμα της ηγεσίας της», τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας.
«Τον Οκτώβρη του 23 όταν οι εισαγγελείς πρωτοδικών έχοντας κάνει μια πολύ ουσιαστική και ποιοτική δουλειά, ήταν έτοιμοι να διασταυρώσουν τη λίστα των θυμάτων του Pretador με τις λίστες των ατόμων που είχε παρακολουθήσει η ΕΥΠ, και να επιβεβαιώσουν την προφανή συνάφεια, παρενέβη η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και τους πήρε την υπόθεση από τα χέρια. Έπρεπε βλέπετε, η υπόθεση αυτή να πάει σε ασφαλέστερα χέρια. Και πήγε».
Για τα Τέμπη:
«Αν όμως η υπόθεση των υποκλοπών, που κακοποίησε το κράτος δικαίου, δεν έδειξε να αγγίζει και τόσο τις ευαίσθητες χορδές των πολιτών, η υπόθεση των Τεμπών, είναι αλλιώς. Είναι ένα τραύμα ανοικτό που αιμορραγεί» δήλωσε ο κ. Τσίπρας.
«Πρώτα από όλα για τις δεκάδες οικογένειες των αδικοχαμένων, αλλά και για την ελληνική κοινωνία. Δεν υπάρχουν λόγια για να αποδοθεί ο πόνος ενός γονιού που χάνει το παιδί του. Αλλά με κάθε σεβασμό στο πένθος και την οργή των συγγενών, μπορούμε να πούμε ότι η επομένη των Τεμπών είναι και ο πιο αδιάψευστος καθρέφτης της υποκρισίας, του κυνισμού, της καθεστωτικής αδιαφορίας θα έλεγα, για τις ανθρώπινες ζωές. Και είναι βαρύτατες οι ευθύνες εκείνων που διαχειρίστηκαν μια εθνική τραγωδία με όρους προσωπικής και κομματικής ιδιοτέλειας, κακοποιώντας κάθε έννοια δικαιοσύνης. Είναι βαρύτατες οι ευθύνες όσων στα ερωτήματα και τις ενστάσεις που διατυπώνονταν, τον τελευταίο ενάμισι χρόνο, αρκούνταν στην αλαζονική επισήμανση ότι το θέμα έληξε οριστικά με την ευρεία νίκη του κυβερνόντος κόμματος στις εθνικές εκλογές του 23» έσπευσε να επισημάνει.
Και πρόσθεσε πως «συνόδευαν την αλαζονεία τους με την ύβρη των επιθέσεων σε όσους επέμεναν να αναζητούν την αλήθεια, ακόμη και στους γονείς των θυμάτων. Ήταν οι συνομοσιολόγοι, οι τερατουργοί, οι ψεκασμένοι».
«Αυτό που σήμερα αβίαστα προκύπτει και στις δυο αυτές περιπτώσεις, είναι ότι ακόμη πιο σκανδαλώδης από τα ίδια τα εγκλήματα, είναι η επιχείρηση συγκάλυψής τους. Με τον ίδιο μάλιστα, πανομοιότυπο τρόπο. Στη μια περίπτωση ο πρωθυπουργός έσπευσε να επιρρίψει την ευθύνη στον ανιψιό του, στην άλλη -ακόμη πιο ανώδυνο- στον σταθμάρχη. Στη μια έδωσε εντολή για μπάζωμα, στην άλλη για καταστροφή όλων των αποδεικτικών στοιχείων στην ΕΥΠ. Στη μία περίπτωση αρνιόταν πεισματικά να παραδεχτεί την αλήθεια που γνώριζε, και αναγκάστηκε να το πράξει μόνο όταν έφτασαν τα αποδεικτικά στοιχεία στη Βουλή. Στην άλλη, μόνο όταν βγήκαν τα ηχητικά ντοκουμέντα και άρχισαν να βγαίνουν οι εκθέσεις των πραγματογνωμόνων» τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας.
Συνέχισε σε λέγοτας πως «Στην μια περίπτωση η απάντηση ήταν : “Μα πιστεύετε ότι είχα λόγο να παρακολουθώ τους υπουργούς μου;”. Στην άλλη : “Μα πιστεύετε σε θεωρίες συνομωσίας;”. Στη μια περίπτωση, η κυβερνητική πλειοψηφία στην εξεταστική δεν κάλεσε κανέναν από τους δράστες να καταθέσουν, επικαλούμενοι την εθνική ασφάλεια. Στην άλλη, έστησαν μια αθωωτική επιτροπή, εμποδίζοντας κρίσιμους μάρτυρες να καταθέσουν, απλά επειδή είχαν την πλειοψηφία. Και μετά μας είπαν ότι ήταν μια κακή στιγμή της Βουλής. Μόνο που οι οκτώ από τους κυβερνητικούς βουλευτές που την διέπραξαν, ανταμείφθηκαν με υφυπουργείο. Και ο Πρόεδρος της Βουλής με τη Προεδρεία της Δημοκρατίας. Και τέλος, στην μία περίπτωση η καταληκτική δικαιολογία του πρωθυπουργού ήταν ότι παραπλανήθηκε από τον ανιψιό του. Στην άλλη περίπτωση, ότι παραπλανήθηκε από τη πυροσβεστική. Από κανέναν, όμως, δε παραπλανήθηκε».
«Αν υπάρχει μια προφανής αλήθεια και στις δύο περιπτώσεις, είναι τα συνειδητά ψέματα για να παραπλανήσει τη κοινή γνώμη. Και η διαρκής παραβίαση κάθε ορίου που θέτουν οι κανόνες του κράτους δικαίου σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία. Με στόχο προφανή, έναν και μοναδικό: Την εξουσία. Οργάνωσε τις παρακολουθήσεις προκειμένου να διευρύνει την εξουσία του. Ενορχήστρωσε το μπάζωμα και τη συγκάλυψη, προκειμένου να διατηρήσει την εξουσία του. Γιατί, ας μη ξεχνάμε μια κρίσιμη παράμετρο: Μόλις ενάμισι μήνα μετά το έγκλημα των Τεμπών, είχαμε εκλογές. Αν γίνονταν τότε γνωστά, όσα έχουν αποκαλυφθεί σήμερα, δεν θα τολμούσε κανείς να χαρακτηρίσει το έγκλημα των Τεμπών, απλώς δυστύχημα» υπογράμμισε.
Ο Αλέξης Τσίπρας συνέχισε λέγοντας πως «έπρεπε λοιπόν πάση θυσία να ξεχαστεί. Για αυτό και οι μπουλντόζες έλαβαν εντολή να μπαζώσουν, το επόμενο κιόλας πρωί. Για να θάψουν το έγκλημα. Για να ξεχαστεί. Και μαζί με τα πειστήρια, μπάζωσαν με ψέματα και fake news και όλο το δρόμο προς τις εκλογές. Και πράγματι κατάφεραν να τις κερδίσουν».
Στη συνέχεια της ομιλίας του ο Αλέξης Τσίπρας σημείωσε πως «διεθνείς οργανώσεις και έγκυρα διεθνή μέσα ενημέρωσης ανέδειξαν, με όρους καταγγελίας, τις τεράστιες ευθύνες εκείνων που όφειλαν να διασώσουν τις εκατοντάδες ψυχές που χάθηκαν στη θάλασσα. Και αντί αυτού αδιαφόρησαν, ή ακόμα χειρότερα συνέβαλαν στην τραγωδία. Αλλά στην Ελλάδα θεωρήθηκαν όλα καλώς καμωμένα. Καμιά ευθύνη, καμιά ενοχή, καμιά έκφραση έστω και υποκριτικής συγγνώμης μέχρι σήμερα, από την κυβέρνηση μιας χώρας που επέτρεψε να πνιγεί μαζί με εκατοντάδες αθώους και η δικαιοσύνη. Μόνο επιθέσεις και βαριές κατηγορίες για ανθελληνισμό σε όσους τόλμησαν να φωνάξουν την αλήθεια. Ακόμη και σήμερα, που ο αρμόδιος υπουργός από απολογούμενος παριστάνει τον κατήγορο και με θράσος επιτίθεται στον Συνήγορο του Πολίτη, που τόλμησε να πράξει το καθήκον του και να καταγράψει στο πόρισμά του την αλήθεια» επεσήμανε.
Για τη Συνταγματική Αναθεώρηση:
«Πριν όμως φτάσουμε στις αλλαγές του Συντάγματος, να δούμε πως θα εφαρμόσουμε όσα το Σύνταγμα ήδη προβλέπει. Γιατί αν αυτό δε συμβεί, φοβάμαι δε θα ξανακερδίσουμε την εμπιστοσύνη. Και θέλω να ξεκινήσω από το περίφημο νόμο περί ευθύνης υπουργών» είπε ο πρώην Πρωθυπυργός.
«Ως πρωθυπουργός είχα την τύχη να χειριστώ τις προτάσεις της πλειοψηφίας κατά την έναρξη της τελευταίας Συνταγματικής αναθεώρησης, το 2018. Και πιστεύω ότι, μεταξύ άλλων, δύο από τις σημαντικότερες αλλαγές που εμείς εισηγηθήκαμε τότε, ήταν αυτή που αφορά στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, προκειμένου να μη διαταράσσεται η πολιτική σταθερότητα, και αυτή που αφορά στην κατάργηση της απαράδεκτης διάταξης για την σύντομη αποσβεστική προθεσμία, την παραγραφή δηλαδή, για αδικήματα που διαπράττουν υπουργοί».
Διευκρίνισε πως «στη μεν πρώτη περίπτωση, η ΝΔ άλλαξε στην ψηφοφορία του 19, το περιεχόμενο της πρότασης, δίνοντας τη δυνατότητα να εκλέγεται ο Πρόεδρος ακόμη και με λιγότερους από 151 βουλευτές, δείχνοντας ίσως τις προθέσεις της για την πλήρη απαξίωση του θεσμού. Ανοίγοντας το δρόμο για ένα Πρόεδρο όχι ευρύτερης αποδοχής, αλλά επιστάτη της κυβερνητικής πλειοψηφίας».
Για την περίπτωση του νόμου περί ευθύνης υπουργών ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε πως «στη δε δεύτερη περίπτωση, κάτω από το βάρος της κοινής γνώμης, η Νέα Δημοκρατία άφησε εντέλει τη διάταξη όπως την προτείναμε. Και έτσι πέρασε στο Σύνταγμα η κατάργηση της σύντομης αποσβεστικής προθεσμίας για τους υπουργούς. Και πλέον η δίωξη υπουργών ακολουθεί τους κανονικούς χρόνους παραγραφής που προβλέπει ο ποινικός κώδικας για όλους τους πολίτες. Η αλλαγή αυτή του Συντάγματος απαιτεί και την αντίστοιχη αλλαγή του εκτελεστικού νόμου».
«Μου κάνει τρομακτική εντύπωση ότι πεντέμισι χρόνια τώρα η κυβέρνηση, ενώ έχει φέρει στη Βουλή εκατοντάδες αλλαγές στη ποινική νομοθεσία, ενώ έχει ψηφίσει άλλους εκτελεστικούς νόμους, δεν έχει τροποποιήσει το νόμο περί ευθύνης υπουργών. Και αναρωτιέμαι γιατί; Μήπως το ξεχάσανε; Μήπως τους διέφυγε; Ή μήπως μετά τις υποκλοπές και τα Τέμπη, υπάρχει σκοπιμότητα;» διερωτήθηκε ο Αλέξης Τσίπρας.
«Δεν ξέρω ποιος μπορεί να εισηγείται στον πρωθυπουργό ότι θα υπάρξει ποτέ δικαστής που θα αποφανθεί ότι μπορεί ένας νόμος να υπερβαίνει το Σύνταγμα. Σε κάθε περίπτωση όμως, δεν έχει παρά να φέρει άμεσα στη Βουλή προς κύρωση τον εκτελεστικό νόμο περί ευθύνης υπουργών. Αλλιώς θα είναι σα να επιβεβαιώνει, όχι μόνο σκοπιμότητα συγκάλυψης αλλά και την ίδια την ενοχή του για τις συγκλονιστικές αυτές υποθέσεις» είπε.
Οι 3 προτάσεις Τσίπρα για παντελώς ανέλεγκτη εξουσία:
«Πώς μπορούμε να κόψουμε τον ομφάλιο λώρο, χωρίς όμως παράλληλα να δημιουργήσουμε μια εξουσία παντελώς ανέλεγκτη;» διερωτήθηκε ο κ. Τσίπρας, προτού προτείνει τρεις λύσεις
- Πρώτον αναθεωρώντας τον τρόπο επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης.
- Το δεύτερο που πρέπει να γίνει, χωρίς να περιμένουμε τη Συνταγματική αναθεώρηση, είναι να μειωθεί ο αριθμός των Αντιπροέδρων των ανώτατων δικαστηρίων. Άλλο οι προσδοκίες για ηγεσία να αφορούν τρεις θέσεις και άλλο 30 θέσεις.
- Το τρίτο που μπορούμε να δούμε είναι ένα χρονικό όριο από την αφυπηρέτηση μέχρι την αξιοποίηση δικαστών σε Ανεξάρτητες Αρχές, ή άλλες θέσεις, τις οποίες ορίζει η εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία. Τα τέσσερα χρόνια θα ήταν ένα επαρκές όριο ώστε να μην μπορεί μια κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της θητείας της να τάζει διορισμούς και αξιώματα σε έναν δικαστή που βρίσκεται στο τέλος της θητείας του.